- κήρυγμα
- -ατος + τό N 3 0-1-1-1-1=4 2 Chr 30,5; Jon 3,2; Prv 9,3; 1 Ezr 9,3proclamation 2 Chr 30,5; message Jon 3,2*Prv 9,3 κηρύγματος message-קרא? for MT קרת townCf. BARR 1961 84.143; →NIDNTT; TWNT
Lust (λαγνεία). 2014.
Lust (λαγνεία). 2014.
Κήρυγμα — (kerygma) (греч.) извещение, проповедь, керигма. Философский энциклопедический словарь. М.: Советская энциклопедия. Гл. редакция: Л. Ф. Ильичёв, П. Н. Федосеев, С. М. Ковалёв, В. Г. Панов. 1983 … Философская энциклопедия
κήρυγμα — that which is cried by a herald neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κήρυγμα — το (ΑΜ κήρυγμα, ύγματος) [κηρύσσω] 1. αυτό που αναγγέλλει ο κήρυκας, προκήρυξη, ανακοίνωση, γνωστοποίηση («προελθὼν ὁ κήρυξ... ἐκήρυττε τὸ κάλλιστον κήρυγμα», Αισχίν.) 2. προφορική ή γραπτή διδασκαλία, προτροπή σε κάτι (α. «άρχισε πάλι να μού… … Dictionary of Greek
κήρυγμα — το, ατος θρησκευτικός λόγος στους ναούς, διδασκαλία, προτροπή: Ο ιεροκήρυκας σήμερα έκανε ένα ενδιαφέρον κήρυγμα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κήρυγμ' — κήρυγμα , κήρυγμα that which is cried by a herald neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κηρυγμάτων — κήρυγμα that which is cried by a herald neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κηρύγμασι — κήρυγμα that which is cried by a herald neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κηρύγμασιν — κήρυγμα that which is cried by a herald neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κηρύγματα — κήρυγμα that which is cried by a herald neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κηρύγματι — κήρυγμα that which is cried by a herald neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κηρύγματος — κήρυγμα that which is cried by a herald neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)